Τίτλος: Ο ΣΥΜΠΑΝΤΙΚΟΣ ΧΟΡΟΣ ΣΤΗΝ «ΟΔΥΣΣΕΙΑ» ΤΟΥ Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ
Συγγραφέας: Κονιδάρη-Φάβη Αιμιλία
Εκδότης: ΔΩΔΩΝΗ
Χρονολογία Έκδοσης: Μάρτιος 2001
Εξώφυλλο: Μαλακό
Αριθμός σελίδων: 520
Ασπρόμαυρο
Διαστάσεις: 14×21εκ.
Περιγραφή
«Αίγυπτος: Στη φυλακή, ο Οδυσσέας σκαλίζει “τη Μάσκα”
Στις πρώτες πρώτες λάμψες της αυγής με υπομονή αρχινίζει / να πελεκάει το κούτσουρο βαθιά χωρίς να τρέμει η χέρα. / Πρίμος φυσούσε απάνωθέ του ο νους, τινάζουνταν οι σκίζες, / σπιθόπετρα το μέγα καύκαλο, πηγάδια οι δυο λαμπήθρες, / το μέτωπο κατσάβραχος γκρεμός, μαύρη σπηλιά το στόμα / και στρούφιζαν τα χείλια κρεμαστά και δρακοχαχαρίζαν. / Τη φλέβα του άνοιξε ο γονιός, του βάφει κόκκινα τα χείλια, / πλατιά του απλώνει αιμάτου δαχτυλιά, δυο φρύδια του χαράζει / και στούμπωσε με βώλους γης τα δυο πηγάδια του τα μάτια. / Αλάφρωσε, το στήθος άδειασε, γαλήνεψεν ο νους του· / μακριάθε συντηράει το μέγα γιο και τον ποκαμαρώνει – / το γιο, τον κύρη, τον παππού κι όλου του σπλάχνου του τη ρίζα. / Άγριος σκοπός και λόγια ασύγκλωστα πηδούν στο λάρυγγά του·
Από τον ιερό χορό του Οδυσσέα με τη Μάσκα μπροστά στο Φαραώ.
Κι ολομεμιάς σηκώθηκε ο χορός, μερμήδισαν οι αρμοί του, / […] κι όλη η λαχτάρα ξεκόρμισε κι αλαφροζυγαριάστη. / Αργό, σερνάμενο πρωτοκινάει του ιερού χορού το ζάλο·
Μα όλο κι οι φούχτες του κλειδώνουνταν, κι ως τίγρης πριν χιμήξει / ψηλάσκωνε κουβάρι στρουφιχτό το πόδι στον αγέρα· / στεριώθηκε ο λαιμός, τα δόντια του μες στο σκοτάδι αστράψαν / και καταχτύπαε ο ξύλινος θεός μουγκρίζοντας στις πλάτες. / Πηδούν με μάνητα τα πόδια του, τουμπανοκρούν το χώμα, / δοξάρια αθώρητα τα χέρια του τανυούν αντραλεμένα / και διαπερνούν σφυρίζοντας κρουφές τη φεγγαριά σαγίτες. / Δεν είναι αυτός χορός, ο πόλεμος στις ροδωνιές ασκώθη / και κούρνιασαν βραχνοστρηνιάζοντας κοράκια στα τραπέζια· / κι ο βασιλιάς τινάχτηκε άπνογος, ισκιοδοξαρεμένος».
«Οδύσσεια», ραψωδία Λ’