Τίτλος: ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ – 2 ΤΌΜΟΙ
Συγγραφέας: ΒΟΚΑΚΙΟΣ
Εκδότης: ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Μετάφραση: Κοσμάς Πολίτης
Ημερομηνία έκδοσης: 1993
Διαστάσεις: 20×14εκ.
Σελίδες: Α’ Τόμος 1-462 Β’ Τόμος 463-848
Εξώφυλλο: Μαλακό
Εικονογράφηση με ξυλογραφίες από την έκδοση του 1492
Παρουσίαση
Το “Δεκαήμερο γράφηκε στη Φλωρεντία στα 1350-53. Αποτελείται από εκατό διηγήματα, χαρισμένα σε δέκα μέρη κι’ από ένα προοίμιο. Σ’ αυτό το τελευταίο, ο συγγραφέας περιγράφει με μεγάλη δύναμη την πανώλη, που το 1348 είχε πλήξει την Ευρώπη – τον “Μαύρο Θάνατο”, όπως τον έλεγαν και εξολόθρεψε τη Φλωρεντία. Τα διηγήματα του “Δεκαήμερου” δεν είναι πάντοτε ερωτικά και ακόλαστα. Πολλά είναι τραγικά, ηρωικά, τρυφερά, παραδοξόλογα. Μέσα σ’ αυτά περιγράφεται, με τρόπο θαυμαστό, ρεαλιστικό και ευχάριστο, μια ολόκληρη εποχή αλλά και γενικά η ανθρώπινη ψυχή, με τα πάθη της, με τις κωμικότητές της και τις ασχήμιες της. Ποτέ δεν πέφτει στο χυδαίο ο Βοκάκιος. Πάντα διατηρεί χάρη και μέτρο και στην πιο ελευθεριάζουσα αφήγηση. Πραγματεύεται το θέμα του με μεγάλη τέχνη και διαλέγει τις χαρακτηριστικές λεπτομέρειες με τις οποίες απαρτίζει μια απαράμιλλη σύνθεση. Χάρις στο “Δεκαήμερο” η νεαρή Ιταλική γλώσσα έκανε ένα μεγάλο βήμα. Για πρώτη φορά, ο Βοκάκιος εισήγαγε στον πεζό λόγο, τη μικρή και τεχνική περίοδο και ξεπέρασε την μέχρι τότε χαλαρή και ιταλική φράση. Πολύ συχνά και προπαντός στους διαλόγους του, αποβάλλει το στόμφο και τη ρητορεία και εκφράζεται με γοργότητα και δραματικότητα, χρησιμοποιώντας άφθονες παροιμίες, φράσεις και λέξεις από την καθημερινή ζωή. Στα διηγήματα του “Δεκαήμερου”, ο αναγνώστης αισθάνεται αμέσως ότι υπάρχει περισσότερη συζήτηση για λαγνεία και πόθο παρά για αγάπη. Κι’ όμως, η ψυχολογική οξύνοια, που ήταν το κυριότερο χαρακτηριστικό γνώρισμα στα πρώτα ποιήματα του Βοκάκιου, είναι ολοφάνερη σε κάθε σελίδα τους. Το γράψιμό του είναι καυστικό, σατιρικό, χωρίς συναισθηματισμούς στις παρατηρήσεις του για τις ανθρώπινες αδυναμίες και με πλούσιο χιούμορ. Στα σχόλιά του για βασιλιάδες και ζητιάνους, για πόρνες, πριγκήπισες, μεγάλους εμπόρους και καλόγερους, ο χώρος που κινούνται τα πρόσωπα του “Δεκαήμερου” είναι τεράστιος. Δεν είναι μονάχα η Ιταλία του 14ου αιώνα.
Οι ιστορίες του αντλούνται κι από αλλού: από την αραβική ή την περσική λογοτεχνία, ποτισμένες με το πνεύμα του συγγραφέα τους και του κόσμου, που αυτός τόσο καλά ήξερε. Οι ιστορίες του δεν έχουν χρονολογική τοποθέτηση. Η φρεσκάδα και το μοντέρνο ύφος τους, είναι τα στοιχεία εκείνα που διασκεδάζουν κι’ ευχαριστούν τον αναγνώστη. Και παρά τα εξακόσια τόσα χρόνια που βαραίνουν τις ιστορίες του “Δεκαήμερου” τις νιώθεις νάναι τόσο σύγχρονες και αιώνιες, σαν την ανθρώπινη ευγένεια και αγένεια που περιγράφουν.
Το “Δεκαήμερο” ήταν μια καμπή για τον Βοκάκιο κι’ από άλλη πλευρά. Τελειώνοντας το γράψιμό του, ήταν τελείως αλλαγμένος άνθρωπος. Με την επίδραση του φίλου του Πετράρχη, απομακρύνθηκε από την καθομιλουμένη, από τον επίγειο κόσμο του “Δεκαήμερου”, στα λατινικά και στην ακαδημαϊκή και θρησκευτική ζωή. Και στο σημείο αυτό, εξήγησε με παραδείγματα αρκετά, αυτό που σήμερα θα το αποκαλούσαμε Αναγέννηση. Συνέταξε λεξικά και πληροφοριακές εγκυκλοπαίδειες και με τη βοήθειά του, η Ευρώπη ανακάλυψε και πάλι τον Όμηρο. Ο Πετράρχης ήταν το πνεύμα που καθοδηγούσε τον Βοκάκιο στη δεύτερη αυτή εποχή της ωριμότητάς του – όπως η Φιαμμέτα στην πρώτη, την μετεφηβική του. Ο Βοκάκιος, πέθανε ένα χρόνο αργότερα από τον Πετράρχη, το 1375, όμως το “Δεκαήμερο”, μόλις τότε είχε αρχίσει να ζει. Έχει παραμείνει δημοφιλέστατο σε πολλές γλώσσες και σε κάθε γενεά. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)
Περιεχόμενα
-Ο Τζιοβάννι Βοκκάκιο, και το έργο του
-Ηγουμένη και μοναχή, βρίσκονται μπερδεμένες στο ίδιο αμάρτημα και τα πάντα διορθώνονται προς όφελος και των δύο, αλλά και όλων των τροφίμων του μοναστηριού.
-Η νέα και όμορφη σύζυγος, απατά τον άνδρα της. Ξαφνικά, καταφθάνει ο σύζυγος. Μα εκείνη βρίσκει τον τρόπο να βγει από τη δύσκολη θέση, κάνοντας τον έμπορο.
-Η παιδούλα Αλιβέχ, που ασπάστηκε τον Χριστιανισμό θέλησε να υπηρέτηση τον νέο Θεό της μακρυά από τους ανθρώπους, στην έρημο. Κι’ εκεί μαθαίνει πως να βάζει τον διάβολο στην κόλαση.
-Ο Σέπο να Μίνο, ανακαλύπτει την σύζυγό του να τον απατά με τον καλύτερό του φίλο. Κι’ εκείνος, αφού έπεισε τη γυναίκα του φίλου του να υποκύψει σ’ αυτόν, έζησαν έπειτα από κοινού όλοι μαζί.
-Έξω φρενών από τη ζήλια του ο Τόφανος, κλείνει μια νύχτα την γυναίκα του έξω από το σπίτι. Εκείνη όμως με έξυπνο τέχνασμα αντιστρέφει τους όρους και σε λίγο βρίσκεται έξω από το σπίτι ο Τόφανος, δεχόμενος τις φωνές και τις βρισιές της γυναίκας του.
-Όταν ο ευπατρίδης Νικόστρατος παραμελεί την γυναίκα του Λύδια, εκείνη συνεννοείται με τον Πύρο, έμπιστο υπηρέτη του άντρα της και διασκεδάζει μαζί του μπροστά στο σύζυγό της.
-Ο Φερόνδος, παίρνοντας μια σκόνη από τα χέρια του ηγουμένου, για να γιατρευτεί, αποκοιμιέται. Και νομίζοντάς τον για νεκρό τον θάβουν, ενώ ο ηγούμενος διασκεδάζει με τη γυναίκα του.
-Ο Ενεκίνος αγαπά την Βεατρίκη, που ποτέ του δεν την είχε δει. Όταν όμως μπαίνει υπηρέτης του ανδρός της, γίνεται ερωμένος της κι’ ο άνδρας της πιστεύει, στο τέλος, πως έχει τον πιο αφοσιωμένο υπηρέτη και την πιο τίμια γυναίκα.
-Η ωραία κυρία από την Φλωρεντία αγαπά έναν νέο συντοπίτη της, που αγνοεί τον έρωτά της. Κι’ εκείνη απευθύνεται στον εξομολογητή της, που εν αγνοία του φέρνει σε επαφή τους δύο ερωτευμένους.
-Έμπορος πλουσιώτατος, αλλά άπληστος και φιλόδοξος ο Λονδόλφος, γίνεται ληστής και πειρατής, μέχρι που ληστεύεται κι’ ο ίδιος με τη σειρά του.
-Ο ωραίος ενεχυροδανειστής από την Φλωρεντία ανακαλύπτει ότι ο αββάς είναι γυναίκα και μάλιστα πριγκήπισα, που έχει φύγει από το βασιλιά πατέρα της. Αγαπιούνται κι’ ο πάπας ευλογεί το γάμο τους.
-Όταν ο ιπποκόμος του βασιλιά Αγιλούλφου ερωτεύεται τη βασίλισσα, εκείνη τον δέχεται στο κρεβάτι της νομίζοντάς τον για τον άνδρα της.
-Ο Φρειδερίκο ντα Νέρη, πηγαίνει να συναντήσει την ερωμένη του κάποια νύχτα, που αυτή κοιμάται με τον άνδρα της. Κι εκείνη, κάνοντας πως εξορκίζει φαντάσματα, τον ειδοποιεί, πως δεν μπορεί να τον δεχθεί κι’ έτσι σώζεται από την ατίμωση.
-Επιστρέφοντας στην πατρίδα του ο Ρενώ ληστεύεται. Αλλά οι προσευχές που έκανε στον άγιο Ιουλιανό τον βοήθησαν. Σώζεται. Και βρίσκοντας κατάλυμα στο σπίτι μιας χήρας ερωμένης του διοικητού της περιφέρειας, στο τέλος όλα πάνε καλά.
-Η Κατερίνα αγαπά τον Ριχάρδο. Κι όταν οι γονείς της τους συλλαμβάνουν στο ίδιο κρεβάτι, τον αναγκάζουν να την παντρευτεί.
-Η αποστομωτική απάντηση της μαρκησίας του Μομφεράτου κάνει τον βασιλιά Φίλιππο της Βουργουνδίας ν’ αλλάξει γνώμη για την κατάκτηση της ωραίας κυρίας, που είχε ερωτευθεί.
-Ο πειρατής Παγκανίνος κλέβει την ωραία και νέα γυναίκα του γέρο-Ριχάρδο ντε Κίντσικα. Κι’ εκείνος όταν μαθαίνει που βρίσκεται πηγαίνει να την πάρει πίσω. Όμως η γυναίκα του κάνει πως δεν τον αναγνωρίζει και τον διώχνει, γιατί θέλει, όσο ακόμα είναι νέα, να εργάζεται κι’ όχι να τηρεί νηστείες και αργίες, όπως της υποδείκνυε ο άντρας της.
-Ο γιατρός Σιμόν ντε Βίλλα από τη Φλωρεντία, πέφτει στα δίχτυα δυο έξυπνων ζωγράφων, που του μαθαίνουν κάτι το οποίον δεν είχε διδαχθεί στο Πανεπιστήμιο.
-Όταν ο μοναχός Παΐσιος ζητά να βρει τον παράδεισό του με μαστιγώσεις και κανόνες εξωθεί την ωραία σύζυγό του, να βρει κι’ εκείνη τον δικό της στην αγκαλιά του Ντον Φέλιξ.
-Ο Πιέρο Βιντσιόλι πιάνει τη γυναίκα του να τον ατιμάζει. Την συγχωρεί όμως, για να ικανοποιήσει κι εκείνος τις παρά φύσει ορέξεις του, με τον ωραίο εραστή της συζύγου του.
-Μ’ έναν μύθο του, για τρία δαχτυλίδια, ο Ιουδαίος Μελχισεδέκ ξεφεύγει από τον μεγάλο κίνδυνο που του ετοιμάζει ο άρχοντας της Βαβαλώνος Σαλαδίνος.