Συγγραφέας | Ούρσουλα Λε Γκεν |
Εκδότης | Τρίτων |
Σειρά | ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΗΣ ΓΑΙΟΘΑΛΑΣΣΑΣ 3 |
Χρονολογία Έκδοσης | Δεκέμβριος 1994 |
Αριθμός σελίδων | 204 |
Διαστάσεις | 21×12 |
Μετάφραση | ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ ΛΙΛΗ |
Επιμέλεια | ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ |
ΠΕΡΙΛΗΨΗ:
Οι δράκοι είχαν πετάξει ψηλά, και διέγραφαν κύκλους ψηλά στον αέρα σαν τους γύπες. Ούτε ένας τους δεν εφόρμησε ξανά στη βάρκα. Μερικές φορές φώναζαν ο ένας στον άλλον, με ψιλές και δυνατές φωνές μέσα στις ριπές του ανέμου, αλλά αν υπήρχαν λέξεις σ’ αυτές τις κραυγές ο Άρεν δεν μπορούσε να τις ξεχωρίσει. Η βάρκα έκανε το γύρο ενός κοντού ακρωτηρίου, κι ο Άρεν είδε στην ακτή κάτι που για μια στιγμή νόμισε ότι ήταν ένα ερειπωμένο κάστρο. Ήταν ένας δράκος. Το ένα μαύρο φτερό ήταν λυγισμένο από κάτω του, και το άλλο απλωμένο πελώριο πάνω στην άμμο και μέσα στο νερό, έτσι που το πήγαιν’ έλα των κυμάτων το κουνούσε λιγάκι πέρα-δώθε σε μια παρωδία πετάγματος. Το μακρύ φιδίσιο κορμί κειτόταν σ’ όλο του το μήκος πάνω στα βράχια και την άμμο. Το ένα μπροστινό πόδι έλειπε, η αρματωσιά και σάρκα είχαν ξεσκιστεί από την μεγάλη καμάρα των πλευρών, και η κοιλιά ήταν ανοιγμένη, τόσο που η άμμος για πολλά μέτρα γύρω της ήταν μαυρισμένη απ’ το δηλητηριώδες δρακίσιο αίμα. Όμως το πλάσμα ζούσε ακόμα. Τόσο μεγάλο είναι το απόθεμα της ζωής των δράκων, που μόνο ένα ίσο απόθεμα μαγείας μπορεί να τους σκοτώσει γρήγορα. Τα χρυσοπράσινα μάτια ήταν ανοιχτά, και καθώς η βάρκα έπλεε δίπλα, το λιπόσαρκο, πελώριο κεφάλι κινήθηκε λιγάκι, και μ’ ένα σφυριχτό κροτάλισμα ατμός ανάμικτος με στάλες αίματος ανάβλυσε από τα ρουθούνια του. “Συνηθίζουν να. . . τρώνε ο ένας τον άλλον;” “Όχι. Όχι περισσότερο από εμάς. Έχουν τρελαθεί. Τους πήραν τη μιλιά”