GreekBooks CDS

Basket

ΚΑΛΑΘΙ

ΕΘΙΜΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ

Ή περίοδος που προξενούσε τους μεγαλύτερους φόβους ήταν, ενδεχομένως, η έναρξις του νέου έτους. “Ενα πλήθος συμβολικών ενεργειών σκοπό είχαν να εξασφαλίσουν την εύνοια του Θεού και της τύχης για μια καλή χρονιά γεμάτη υλικά αγαθά και υγεία. Πολλές από αυτές τις ενέργειες επιβιώνουν ως σήμερα μέσα από τα έθιμα του λαού μας, όπως τα κάλανδα, το ποδαρικό, η θραύσις του ροδιού στο κατώφλι, η ανάρτησις στην θύρα κρεμμύδας, το φλουρί της βασιλόπιττας κ.ά. “Ας μην αντιμετωπίσουμε λοιπόν αυτήν την πληθώρα των εθίμων με την τετράγωνη λογική και τον σκεπτικισμό πού μάς χάρισε ή γνώσις των επιστημών ας τα δούμε με επιείκεια και ας σκεφθούμε ότι μάς συνδέουν με το απώτερο παρελθόν της ανθρωπότητος.

Αρχή θα κάνουμε με την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, τότε πού όμιλος παιδιών – τού όποιου προηγείται αγόρι “τυχερό”, πού ζουν δηλ. και οι δύο γονείς του ( ο “αμφιθαλής παις” των αρχαίων Ελλήνων), όπως συμβαίνει και με τα κάλανδα των Χριστουγέννων – γυρίζει από οικία σε οικία και τραγουδά τα κάλανδα του ‘Αγίου Βασιλείου, ο όποιος είναι σοφός λόγιος, όπως τον θέλει η παράδοσις, αλλά και γεωργός, όπως τον θέλει ο λαός. Τα Αγιοβασιλιάτικα κάλανδα της Ιθάκης το φανερώνουν:

«Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, πρώτη τον Γεναρίον είναι μεγάλη έορτή τον μέγα Βασίλειον, τον Βασίλειον τον σοφόν, τον πρώτον Ιεράρχον, πού έλαμψε καί φώτισε όλη την οίκουμένη.

Αϊ- Βασίλης έρχεται, Γενάρης ξημερώνει.

– Βασίλη, πόνθεν έρχεσαι – Κάτσε νά φας, κάτσε νά πιής, κάτσε νά τραγουδήσης. Εμένα οί καλοί γονιοί τραούδια δέ μέ μάθαν, τ’ άλφαβητάρι μ’ έμαθαν κι άν θέλητε τό λέω.

Βασίλη, ξέρεις γράμματα; Πές μας τ’ άλφαβητάρι. Και το ραβδί τον άκούμπησε νά πή τ’ άλφαβητάρι.

Ξερό ήταν τό ραβδάκι τους χλωρούς βλαστούς έπέτα. Κι απάνω απ’ τούς χλωρούς βλαστούς περδίκια κηλαϊδούσαν.
Εκηλαϊδούσαν κι έλεγαν μ’ άνθρώπινη λαλίτσα, έκηλαϊδούσαν κι έλεγαν πώς ό Χριστός διέβη,
διέβη καί χαιρέτησε όλους τούς ζευγολάτες».

Τόν ΄Αγιο Βασίλειο τόν έδιπλοχαιρέτα: «- “Αϊ-Βασίλη δέσποτα, καλό ζευνγάρι πόχεις.

Καλό είναι καί περίκαλο καί περιβλογημένο, όπου το βλόησε ό Θεός μέ τό δεξί τον χέρι.
Εδώ πού τραγουδήσαμε πέτρα νά μή ραΐση κι ό νοικοκύρης τον σπιτιού χρόνια πολλά νά ζήση.

Νά ζήση χρόνους έκατό καί νά τούς άπεράση κι άπό τούς έκατό κι έκεί ν’ άσπρίση,
νά γεράση, νά γίνη υιός τής μπαμπακιάς καί υίόν περιστεράκι.

Δώστε καί μάς τόν κόπο μας τ’ είναι όρισμός σας κι δ ΄Αγιος Βασίλειος νά είναι βοηθός σας.

Εις έτη πολλά!»

Οί “Ελληνες μέχρι πριν άπό λίγες δεκαετίες ήμασταν άγροτικός λαός στην πλειοψηφία μας. Ό διάλογος μεταξύ Χριστού και ‘Αγίου Βασιλείου άπό τά κάλανδα της Σούγιας στήν Κρήτη είναι χαρακτηριστικός. Μετά τό όργωμα ό Χριστός ρωτά γιά τήν σπορά καί παίρνει έπί πλέον πληροφορίες γιά τόν θερισμό καί τό άλώνισμα:

«Ταχιά, ταχιά ‘ν’ άρχιχρονιά κι άρχή τού Γεναρίου, αύριο ξημερώνεται τού ‘Αγίου Βασιλείου,
πρώτα πού βγήκεν ό Χριστός στη γή νά περπατήση, εβγήκε καί χαιρέτησε όλους τούς ζευγολάτες.

Τόν πρώτο πού χαιρέτησε ήταν ‘Άϊ-Βασίλης. – Καλώς τό κάνεις, Βασίλειό, καλόν ζευγάριν έχεις. Καλό τό λές, άφέντη μου, καλό κι εύλογημένο, πού τό βλογάει ή χάρι σου μέ τό δεξιό σου χέρι.

Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δεκαπέντε, ταγή καί ρόβι δεκαοχτώ κι από νωρίς στό σταύλο.

Έθέρισα κι άλώνεψα κι έκαμα χίλια μόδια Καί τά κορκοσκινίσματα χίλια και πεντακόσια. Μά τ’ άλλα δέν έμέτρησα, γιατί Χριστός έπέρνα».

Τήν παραμονή τής Πρωτοχρονιάς στήν Βόρειο Ελλάδα μαζί μέ τά Κάλανδα τά παιδιά τραγουδούν άπό πόρτα σέ πόρτα τά Σούρβα. Σουρβιά ονομάζεται στήν Θράκη τό δένδρο τής κρανιάς, το όποιο έχει πολύ γερό ξύλο, γι’ αύτό καί θεωρείται άπό τόν λαό μας ώς σύμβολο τής ύγείας καί τής γονιμότητας. Τά παιδιά κρατούν στά χέρια τους άπό ένα άνθισμένο καί φρεσκοκομμένο κλαδί κρανιάς καί, καθώς τραγουδούν, κτυπούν συμβολικά, “σουρβίζουν” τούς άνθρώπους πού συναντούν στίς πλάτες, μέ σκοπό να τούς μεταδώσουν τήν δύναμι καί τήν ευλογία.

’Αρχή θά κάνουμε μέ τήν παραμονή τής Πρωτοχρονιάς, τότε πού όμιλος παιδιών – τού όποιου προηγείται άγόρι “τυχερό”, πού ζοΰν δηλ. καί οί δύο γονείς του ( ό “άμφιθαλής παις” τών άρχαίων Ελλήνων), όπως συμβαίνει καί μέ τά κάλανδα τών Χριστουγέννων- γυρίζει άπό οικία σέ οικία καί τραγουδά τά κάλανδα τού ’Αγίου Βασιλείου, ό όποιος είναι σοφός λόγιος, όπως τόν θέλει ή παράδοσις, άλλά καί γεωργός, όπως τόν θέλει ό λαός. Τά άγιοβασιλιάτικα κάλανδα τής ’Ιθάκης τό φανερώνουν:

«Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, πρώτη του Γεναρίου είναι μεγάλη έορτή του μέγα Βασιλείου, του Βασιλείου του σοφού,
του πρώτου ιεράρχου, πού έλαμψε καί φώτισε όλη τήν οικουμένη.

Αϊ- Βασίλης έρχεται, Γενάρης ξημερώνει.

– Βασίλη, πούθεν έρχεσαι Κάτσε νά φας, κάτσε νά πιής, κάτσε νά τραγουδήσης.

‘Εμένα οί καλοί γονιοί τραούδια δέ μέ μάθαν, τ’ άλφαβητάρι μ’ έμαθαν κι άν θέλητε τό λέω.

– Βασίλη, ξέρεις γράμματα; Πές μας τ’ άλφαβητάρι.

Καί τό ραβδί του άκούμπησε νά πή τ’ άλφαβητάρι.

Ξερό ήταν τό ραβδάκι του, χλωρούς βλαστούς έπέτα.

Κι απάνω άπ’ τούς χλωρούς βλαστούς περδίκια κηλαϊδούσαν.
Έκηλαϊδούσαν κι έλεγαν μ’ άνθρώπινη λαλίτσα,  έκηλαϊδούσαν κι έλεγαν πώς ό Χριστός διέβη,
διέβη καί χαιρέτησε όλους τούς ζευγολάτες».

Τόν Αγιο Βασίλειο τόν έδιπλοχαιρέτα:
«- “Αϊ-Βασίλη δέσποτα, καλό ζευγάρι πόχεις.  Καλό είναι καί περίκαλο καί περιβλογημένο,
όπου τό βλόησε ό Θεός μέ τό δεξί του χέρι. Εδώ πού τραγουδήσαμε πέτρα νά μή ραΐση
κι ό νοικοκύρης του σπιτιού χρόνια πολλά νά ζήση.

Νά ζήση χρόνους έκατό καί νά τούς άπεράση κι άπό τούς έκατό κι έκεϊ ν’ άσπρίση,
νά γεράση, νά γίνη γυιός τής μπαμπακιάς καί υιόν περιστεράκι.

Δώστε καί μάς τόν κόπο μας δ,τ’ είναι όρισμός σας κι ό “Αγιος Βασίλειος νά είναι βοηθός σας.

Εις έτη πολλά!»

ΟΙ ‘Έλληνες μέχρι πριν άπό λίγες δεκαετίες ήμασταν άγροτικός λαός στήν πλειοψηφία μας. Δέν είναι λοιπόν περίεργο καί μάλιστα κατά τήν διάρκεια τής πιό έπίπονης άγροτικής έργασίας, τής άρόσεως (“έχω ζευγάρι” σημαίνει
οργώνω μέ ζεύγος βοδιών). Ό διάλογος μεταξύ Χριστού καί ‘Αγίου Βασιλείου άπό τά κάλανδα τής Σούγιας στήν Κρήτη είναι χαρακτηριστικός. Μετά τό όργωμα ό Χριστός ρωτά γιά τήν σπορά καί παίρνει έπί πλέον πληροφορίες γιά τόν θερισμό καί τό άλώνισμα:

«Ταχιά, ταχιά ‘ν’ άρχιχρονιά κι άρχή του Γεναρίου, αύριο ξημερώνεται του ‘Αγίου Βασιλείου, πρώτα πού βγήκεν ό Χριστός στη γη νά περπατήση, εβγηκε καί χαιρέτησε όλους τούς ζευγολάτες.

Τόν πρώτο πού χαιρέτησε ήταν Άϊ-Βασίλης.

– Καλώς τό κάνεις, Βασίλειό, καλόν ζευγάριν έχεις.

Καλό τό λές, άφέντη μου, καλό κι ευλογημένο, πού τό βλογάει ή χάρι σου μέ τό δεξιό σου χέρι,

– Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δεκαπέντε, ταγή καί ρόβι δεκαοχτώ κι άπό νωρίς στό σταϋλο.

Έθέρισα κι άλώνεψα κι έκαμα χίλια μόδια Καί τά κορκοσκινίσματα χίλια καί πεντακόσια.

Μά τ’ άλλα δέν έμέτρησα, γιατί Χριστός έπέρνα».

Τήν παραμονή τής Πρωτοχρονιάς στήν Βόρειο Ελλάδα μαζί μέ τά Κάλανδα τά παιδιά τραγουδούν άπό πόρτα σέ πόρτα τά Σούρβα. Σουρβιά ονομάζεται στήν Θράκη τό δένδρο τής κρανιάς, τό όποίο έχει πολύ γερό ξύλο, γι’ αύτό καί θεωρείται άπό τόν λαό μας ώς σύμβολο τής ύγείας καί τής γονιμότητας. Τά παιδιά κρατούν στά χέρια τους άπό ένα άνθισμένο καί φρεσκοκομμένο κλαδί κρανιάς καί, καθώς τραγουδούν, κτυπούν συμβολικά, “σουρβίζουν” τούς άνθρώπους πού συναντούν στίς πλάτες.
Ή περίοδος πού προξενούσε τούς μεγαλύτερους φόβους ήταν, ένδεχομένως, ή έναρξις τού νέου έτους.
“Ενα πλήθος συμβολικών ενεργειών σκοπό είχαν νά έξασψαλίσουν τήν εύνοια τού Θεού καί της τύχης γιά μιά καλή χρονιά γεμάτη ύλικά άγαθά καί ύγεία. Πολλές άπό αύτές τίς ένέργειες έπιβιώνουν ώς σήμερα μέσα άπό τά έθιμα τού λαού μας, όπως τά κάλανδα, τό ποδαρικό, ή θραύσις τού ροδιού στό κατώφλι, ή άνάρτησις στήν θύρα κρεμμύδας, τό φλουρί τής βασιλόπιττας κ.ά. “Ας μήν άντιμετωπίσουμε λοιπόν αύτήν τήν πληθώρα τών έθίμων μέ τήν τετράγωνη λογική καί τόν σκεπτικισμό πού μάς χάρισε ή γνώσις τών έπιστημών άς τά δούμε μέ έπιείκεια καί άς σκεφθούμε ότι μάς συνδέουν μέ τό άπώτερο παρελθόν τής άνθρωπότητος.

’Αρχή θά κάνουμε μέ τήν παραμονή τής Πρωτοχρονιάς, τότε πού όμιλος παιδιών -τού όποιου προηγείται άγόρι “τυχερό”, πού ζούν δηλ. καί οι δύο γονείς του ( ό “άμφιθαλής παις” τών άρχαίων Ελλήνων), όπως συμβαίνει καί μέ τά κάλανδα τών Χριστουγέννων- γυρίζει άπό οικία σέ οικία καί τραγουδά τά κάλανδα τού ‘Αγίου Βασιλείου, ό όποιος είναι σοφός λόγιος, όπως τόν θέλει ή παράδοσις, άλλά καί γεωργός, όπως τόν θέλει ό λαός. Τά άγιοβασιλιάτικα κάλανδα τής Ιθάκης τό φανερώνουν:

«Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, πρώτη τού Γεναρίου είναι μεγάλη έορτή του μέγα Βασιλείου, του Βασιλείου τού σοφού, τού πρώτου ιεράρχου, πού έλαμψε καί φώτισε όλη τήν οικουμένη.

Κάτσε νά φας, κάτσε νά πιής, κάτσε νά τραγουδήσης.

‘Εμένα οί καλοί γονιοί τραούδια δέ μέ μάθαν, τ’ άλφαβητάρι μ’έμαθαν κι αν θέλητε τό λέω.

Βασίλη, ξέρεις γράμματα; Πές μας τ’ άλφαβητάρι.

Καί τό ραβδί του άκούμπησε νά πή τ’ άλφαβητάρι.

Ξερό ήταν τό ραβδάκι του, χλωρούς βλαστούς έπέτα.

Κι απάνω απ’ τούς χλωρούς βλαστούς περδίκια κηλαϊδοϋσαν. Έκηλαϊδούσαν κι έλεγαν μ’ άνθρώπινη λαλίτσα, έκηλαϊδούσαν κι έλεγαν πώς ό Χριστός διέβη, διέβη καί χαιρέτησε όλους τούς ζευγολάτες».

Τόν Αγιο Βασίλειο τόν έδιπλοχαιρέτα: «- “Αϊ-Βασίλη δέσποτα, καλό ζευγάρι πόχεις.

Καλό είναι καί περίκαλο καί περιβλογημένο, όπου τό βλόησε ό Θεός μέ τό δεξί του χέρι.
Εδώ πού τραγουδήσαμε πέτρα νά μή ραΐση κι ό νοικοκύρης τοϋ σπιτιού χρόνια πολλά νά ζήση.

Νά ζήση χρόνους έκατό καί νά τούς άπεράση κι άπό τούς έκατό κι εκεί ν’ άσπρίση,
νά γεράση, νά γίνη γυιός τής μπαμπακιάς καί υιόν περιστεράκι.

Δώστε καί μάς τόν κόπο μας  ό,τ’ είναι όρισμός σας κι ό “Αγιος Βασίλειος νά είναι βοηθός σας.

Εις έτη πολλά!»

 

Loading...