Γάμος αλά αρχαία ελληνικά
Γάμος αλά αρχαία ελληνικά
Έθιμα από το παρελθόν, που μπορεί κάτι να σας θυμίζουν …
ΤΗΣ ΟΛΙΒΙΑΣ ΜΑΝΤΖΑΡΗ
Τυχερές οι νύφες σήμερα μου σε σχέση με τις νύφες στην ελληνική αρχαιότητα! Τότε δεν είχαν σχεδόν καθόλου λόγο στην επιλογή του γαμπρού αλλά και στη διαδικασία του γάμου. Κατάληξη ενός συνοικεσίου δηλαδή, το σημερινού μας προξενιού, που έκαναν οι προξενήτρες της εποχής, οι προμνηστρίδες. Γιατί οι νεαρές την αρχαιότητα δεν είχαν και πολλές ευκαιρίες να γνωρίσουν τον μέλλοντα σύζυγο τους, μια και ελάχιστα έβγαιναν από το σπίτι. Την ελεύθερη επιλογή δεν εννοούσε και την ηλικία της νύφης, που κυμαινόταν γύρω στα 16, ενώ το συζύγου μεταξύ 37 και 34 ετών. Όπως έγραφε ο Ησίοδος στο «Έργα και Ημέραι» ο άντρας δεν έπρεπε να είναι «πολύ πιο μικρός από 30 χρόνων» και το κορίτσι έπρεπε να είναι «στο πέμπτο έτος από την εφηβεία του».
ΠΡΟΙΚΑ, ΔΩΡΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟΓΑΜΙΑ
Οι γάμοι γίνονταν ανάμεσα σε μέλη της ίδιας κοινωνικής τάξης, ενώ οι γάμοι με ξένους απαγορεύονταν. Η μέλλουσα σύζυγος περνούσε από τα χέρια του πατέρα ή κηδεμόνα στα χέρια του μελλοντικού της κυρίου, αφού πρώτα κλεινόταν η συμφωνία μεταξύ των πεθερικών και οριζόταν η προίκα, που ήταν απαράβατος κανόνας για να νυμφευθεί μια κοπελιά της αρχαιότητας. Από τότε ο θεσμός της προίκας εδραιώθηκε για τα καλά στην ελληνική κοινωνία- παρά τις προσπάθειες του Σόλωνα να τον καταργήσει. Γι’ αυτό και πολλές κοπέλες ο χωρίς οικογενειακή περιουσία κινδύνευαν να μείνουν στο ράφι. Και το να μείνεις ανύπαντρος/η στην αρχαία Ελλάδα δεν ήταν καθόλου ανώδυνο: Οι άγαμοι δεν είχαν σεβαστή θέση στην κοινωνία- στη Σπάρτη, οι ανύπαντροι αλλά και οι κακόγαμοι (οι χωρισμένοι) και οι οψίγαμοι ( οι παντρεμένοι σε μεγάλη ηλικία) θεωρούνταν ότι είχαν διαπράξει ποινικό αδίκημα. Ο πατέρας της νύφης προσέφερε το 1/10 της περιουσίας του σε ακίνητα και ο μέλλων γαμπρός ανταπέδιδε με την προσφορά έδνων, δηλαδή δώρων σε αντικείμενα ή ζώα. Η σύζυγος είχε, πάντως, το δικαίωμα να διατηρήσει στην κυριότητα της την προίκα, την οποία ο σύζυγος δεν μπορούσε να πουλήσει, και, σε περίπτωση διαζυγίου, τα προικώα, επέστρεφαν στη γυναίκα. Η μονογαμία ανεπισήμως είχε καθιερωθεί από τον βασιλιά Κέκροπα, όμως οι Αθηναίοι σύζυγοι είχαν βρει τον τρόπο να έχουν εξωσυζυγικές δραστηριότητες χάρη στις παλλακίδες που ήταν ένα είδος ερωμένων, μια συνήθεια που εδραιώθηκε στην αντρική νοοτροπία. Για τις γυναίκες, βέβαια δεν τα συζητάμε, ήταν απαγορευμένο να ξενοκοιτάζουν και η μοιχεία ήταν βαρύ αδίκημα που τιμωρείτο ακόμη και με λιθοβολισμό.
Η ΤΕΛΕΤΗ
Από τη στιγμή που αποφασιζόταν η σύζευξη των δύο νέων, ξεκινούσαν οι διαδικασίες της τέλεσης του γάμου, που διαρκούσαν 3 μέρες.
Η πιο δημοφιλής εποχή για την τέλεση ήταν ο μήνας Γαμελιών («μήνας γάμου»), ο δικός μας Ιανουάριος, και τυχερή ημέρα θεωρείτο αυτή που θα είχε πανσέληνο. Την πρώτη μέρα της γαμήλιας διαδικασίας, στα «προτέλεια», την παραμονή του γάμου, η μέλλουσα νύφη έκανε τελετές προσφοράς στους θεούς του γάμου – τον Δία, την Ήρα, την Αφροδίτη, την Πειθώ, και συνηθιζόταν να προσφέρει μια τούφα από τα μαλλιά της ή τα παιδικά της παιχνίδια, ως ένδειξη ότι εγκατέλειπε την οικογενειακή εστία και ξεκινούσε μια καινούργια ζωή ως σύζυγος. Την ημέρα του γάμου, η νύφη έκανε ένα τελετουργικό λουτρό, με νερό που μετέφερε στην οικία της κοπέλας με ένα ειδικό δοχείο (το λουτροφόρο) ένα αγόρι ή ένα κορίτσι που είχε και τους δύο γονείς του εν ζωή. Στην Αθήνα το νερό προερχόταν από την πηγή της Καλλιρόης, επειδή το τρεχούμενο νερό συμβόλιζε τη ροή και τη συνέχεια της ζωής. Η δεύτερη μέρα ήταν αφιερωμένη στην τελετή του γάμου, όπου ξεχώριζε το τραπέζι που οργάνωνε ο πατέρας της νύφης στο σπίτι του. Στο τραπέζι οι γυναίκες κάθονταν χωριστά και η νύφη είχε το πρόσωπό της καλυμμένο με το πέπλο, ενώ ήταν απαραίτητη η παρουσία της νυμφεύτριας, που έδινε συμβουλές στη νύφη. Μόλις τελείωνε το τραπέζι, ετοιμαζόταν η πομπή που θα οδηγούσε τη νύφη στο σπίτι του γαμπρού, μετά συνοδείας μουσικής και συγγενών. Η νύφη επιβιβαζόταν σε μια άμαξα, όπου καθόταν ανάμεσα στο γαμπρό και τον κουμπάρο, ενώ από πίσω ακολουθούσε μια πομπή με ακόλουθους φέροντες δάδες και με τη συνοδεία κιθάρας και αυλών και το κοινό που τραγουδούσε ύμνους του Υμεναίου, θεού-προστάτη του γάμου. Κατά την άφιξη του ζευγαριού στην είσοδο της οικίας ο κόσμος άρχιζε να τους ρίχνει ξερά σύκα και ξηρούς καρπούς. Η πόρτα ήταν διακοσμημένη με στεφάνια από ελιές και δάφνη. Στη συνέχεια η νύφη έμπαινε στο σπίτι και κατευθυνόταν προς τη συζυγική κρεβατοκάμαρα, που ονομαζόταν παστάδα. Όσο το ζευγάρι παρέμενε στο δωμάτιο, απ΄ έξω κοπέλες τραγουδούσαν άσματα τα λεγόμενα επιθαλάμια, για να φτιάξουν ατμόσφαιρα… Την επόμενη μέρα της τελετής, που ονομαζόταν απαύλια, ο γαμπρός έφευγε από το σπίτι για να πάει στην οικία του πεθερού και να επιστρέψει την επόμενη μέρα, ενώ η νύφη έστελνε δώρο στον πατέρα της ένα πανωφόρι. Την ίδια μέρα οι συγγενείς προσέφεραν στη νύφη τα γαμήλια δώρα της.
ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ
Στην Σπάρτη τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά. Καταρχάς οι γυναίκες είχαν μεγάλη ελευθερία και προγαμιαίες σχέσεις, με έναν πρωτότυπο τρόπο. Ήταν σύνηθες στη σπαρτιατική κοινωνία ο γαμπρός να απαγάγει τη νύφη και να την παραδίδει σε μία νυμφεύτρια, η οποία την ξύριζε γουλί, την έντυνε με ένα τσουβάλι και την άφηνε σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, πάνω σε άχυρα. Εκεί ο μέλλων σύζυγος την επισκεπτόταν όταν μπορούσε και κοιμόταν μαζί της. Επομένως ως την ημέρα του γάμου η νύφη είχε αποκτήσει ολοκληρωμένες σχέσεις με το γαμπρό. Δεν ήταν ακόμα σπάνιο για μια Σπαρτιάτισσα, να διαλέξει μόνη της το μελλοντικό της άντρα. Σύμφωνα με τους νόμους του Λυκούργου, ο πρωταρχικός στόχος του γάμου ήταν η ευγονία, η απόκτηση δηλαδή γερών παιδιών που θα γίνονταν ικανοί στρατιώτες, και τα ήθη που επικρατούσαν εκπορεύονταν από αυτό το στόχο. Αν μια γυναίκα δεν έκανε παιδιά, ο άντρας της μπορούσε να πάει με άλλη. Αν όμως ήταν ιδιαίτερα καρπερή και υγιής, της επιτρεπόταν να έχει παραπάνω από έναν άντρα, με σκοπό τη διαιώνιση του είδους.
ΔΙΑΖΥΓΙΟ: ΝΑΙ ΜΕΝ, ΑΛΛΑ
Αν ο γάμος δεν πήγαινε καλά, το ζευγάρι είχε δικαίωμα να χωρίσει, όμως και εδώ η σύζυγος ήταν η ριγμένη της υπόθεσης. Ο άντρας μπορούσε άνετα να φύγει από το σπίτι και να διώξει τη γυναίκα του, ενώ η σύζυγος είχε το δικαίωμα να πάρει διαζύγιο μόνο σε περιπτώσεις βιαιοπραγίας εις βάρος της από το σύζυγο. Και στην περίπτωση που έπαιρνε όμως το διαζύγιο, η ζωή της ήταν από κει και πέρα δύσκολη, καθώς ο περίγυρός της την έβλεπε με μισό μάτι. Δύσκολο να είσαι γυναίκα στην Αρχαία Ελλάδα και να ευτυχήσεις…. Το πώς έβλεπαν τη γυναίκα στην αρχαιότητα, συνοψίζεται γλαφυρά στην παρακάτω φράση δια στόματος Ησιόδου: «Ποτέ μην αφήσεις να σε ξεμυαλίσει η γυναίκα η κουνοκώλα, ούτε οι κολακείες της, που με αυτές να σε τυλίξει θέλει….»